Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Η μώβ παντελόνα του Νηρέα.

Θυμάμαι το βράδυ εκείνο
όταν η σκιά σου
σε πρόλαβε.
όταν ο φόβος 
σε έδιωξε.

Θυμάμαι το βράδυ εκείνο,
όταν οι κορδέλες
με ησύχασαν.
Όταν η ξεγνοιασιά 
με πρόδωσε.

Θυμάμαι το πρωινό εκείνο,
όταν ο χρόνος
σε βοήθησε.
Όταν το θαύμα 
σε μεγάλωσε.

Θυμάμαι το πρωινό εκείνο,
όταν το στέρνο μου
ζεστάθηκε.
Όταν η ψυχή μου
καταλάγιασε.

Παράξενο πράγμα η αγκαλιά.
Παραδίδεις για λίγο την ψυχή σου.
Το μόνο που περιμένεις,
είναι να την αγγίξουν.
Αγγίχτηκε.
Ξαφνιάστηκε.
Ανάβλυσε.
Χρωματίστηκε.

Πού ήταν όλα αυτά κρυμμένα;
Μυστήριο πράγμα η αγκαλιά.

Το Δωμάτιο

Η ζωή ένα δωμάτιο
Γυάλινο, γεμάτο ίριδες.
Και οι τοίχοι να χορεύουν
Το σκοπό του φεγγαρόφωτος,
Με τις σκιές να χαιδεύουν 
Τις παλιές διάφανες κορνίζες.

Το ταβάνι στολίζεται
Με ουρανό αλλά κι έδαφος.
Το πάτωμα αποκαλύπτει
χώμα βρεγμένο αλλά κι άστρα.
Και μια πόρτα στη γωνιά
σφραγισμένη με αέρινο κλειδί.

Σ'ένα δωμάτιο γυάλινο
έκατσα και ξαπόστασα.

Κοίταξα πάνω μα μ'έβλεπα κάτω.
Κοίταξα κάτω μα μ'έβλεπα πάνω.
Ζαλίστηκα.

Το γυαλί ήταν φλεγόμενο
κι ό,τι έδειχνε έλιωνε.
Φλόγες μ'άρπαξαν
και έσβησαν με το γυαλί.
Το αίμα κύλησε.

Στο γυάλινο δωμάτιο,
υπήρχαν άλλοι τέσσερις εγώ.

Ο πρώτος χαχάνιζε.
Ο δεύτερος έκλαιγε.
Ο τρίτος βλασφημούσε.
Ο τέταρτος γεννιόταν.

Και εγώ;
Ψήγμα.
Ποιητής;
Αντανάκλαση.

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Η πόρτα που ανοίγει μόνο μια φορά

Έι εσύ, πού ήσουν τόσο καιρό;
Τριγυρνούσες καιρό εδώ ή τώρα εμφανίστηκες;
Σε έψαχνα καιρό αλλά δε σ'έβλεπα

Για μένα μη ρωτάς, δες και μόνος σου.
Δες πως κατέληξα,
ανήμπορος στο νεκροκρέβατο.
Ευτυχώς ήρθε εσύ.

Πάντα σκεφτόμουν την ημέρα αυτή.
Ξέρεις, ποιοί θα κλάψουν, ποιοί θα νοιαστούν.
Ευτυχώς έκλαψες και νοιάστηκες εσύ.

Μέσα στο κλάμα σου,όμως,
είδα ένα χαμόγελο.
Χάρηκα.
Έτσι το ήθελα.
Να φύγω όπως ήρθα,
μέσα σε γέλια και σε κλάματα. 
Σε δάκρυα λύπης μα και χαράς.
Πες το και στους άλλους,
πως έφυγα μα να χαμογελούν.

Έπρεπε,όμως να φύγω για να έρθεις;
Μάλλον.
Δίκιο έχεις, δεν γινόταν αλλιώς.
Πως θα βρισκόμασταν εδώ μαζί;,
Έπρεπε να φύγω για να έρθεις.

Μυστήριο του κόσμου μάλλον θα ναι,
πως απ'τον θάνατο έρχεται ζωή.
Πάρε τη θέση μου τώρα, σε παρακαλώ.
Υπηρέτησε το θαύμα αυτό.
Ήθελα καιρό να ρθεις.
Είμαι έτοιμος.
Αντίο.

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013

Η παλέτα με τα δυο χρώματα

Γκρί μανδύα φοράνε τα βουνά,
σαν μαντήλι στο λαιμό δεμένο.
Και θαυμάζουν τη λίμνη αντίκρυ,
που κι αυτή με ουρανό είναι ντυμένη.
Και καθρεφτίζει την ασχήμια του κόσμου ολάκερου.

Σαν πέφτει ο ουρανός στη λίμνη,
σβήνει·
Καπνός γίνεται και φιλιώνει με το χρόνο.
Γκρί φωτιά απλώνεται,
και ταξιδεύει στους αιώνες,
με τη βοήθεια του ανέμου και του ήλιου·
Θαύμα.

Γκρίζο το χρώμα τ'ουρανού.
Γκρίζο το χρώμα του νερού.
Γκρίζο το χρώμα τ'ονείρου.
Γκρίζο το χρώμα τ'αποχωρισμού.
Γκρίζο το χρώμα του χειμώνα.
Γκρίζο το χρώμα της χαμένης ηλιαχτίδας.

-Τελικά τί ειναι πρωτιμότερο;
Το γκρίζο ή το μαύρο;-

Όπου κι αν κοιτάξω ,
γκρίζο.
Τουλάχιστον 
-αν με ρωτάς-
Το γκρί το βλέπεις. 
Το μαύρο σε βλέπει·
Και σε τρώει.

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Προσευχή


Ας ήταν να μπορούσα το πρόσωπο μου να βρέξω
Ας ήταν όποτε πονώ με δάκρυα να ξεσπάω
Ας ήμουν τυχερός στο δακρύβρεχτο βασίλειο να τρέξω
Ας ήμουν δυνατός στα αλμυρά νερά του να αγιάσω
Ας ήσουν μια φορά μαζί μου,μαζί να πέφταμε για να σωθούμε
Ας ήσουν μια φορά να με βοηθούσες εκεί να φτάσω
Ας ήταν να μην ακούγομαι παράλογος
Ας ήμουν βροχή και ας μην ήσουν άνεμος

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Αναζητώντας το "εγώ" μου

Αναζητώντας το "εγώ" μου 

Η ψυχή μου στοιχειωμένη.
Το μυαλό μου βασανισμένο.
Δεν είναι άλλη μια απογοήτευση,
είναι ο εαυτός μου που'ναι χαμένος.
Τα βράδια μοιάζουν με δέντρα ασάλευτα,
όμως που ο χρόνος τα ρημάζει.
Κάθε που μιλώ με την ψυχή μου,
ο νους μου μπλέκεται.
Αφού λογική δεν χωράει
τί ανακατεύεται;

Οδύσσεια

Οδύσσεια

Οι δαίμονες μου παλεύουν κάθε μέρα
και συνέχεια με νικούν.
Όλο λέω πως θα τους νικήσω κάποια μέρα,
μα αυτοί απτόητοι νικούν.

Οι δαίμονες αυτοί με κουράζουν,
συνέχεια στο μυαλό μου ψιθυρίζουν.
Πώς θα τους κάνω να σωπάσουν;
Δεν ξέρω, αρκεί να πάψουν να στριφογυρίζουν.

Αλήθεια, το θέλω ως το λουλούδι το νερό.
απεγνωσμένα στην έρημο το ψάχνω,
Μια σανίδα στου πόνου τον ωκεανό,
δεν υπάρχει και μόνος μου τη φτιάχνω.

Δεν πλαγιάζω πια με τις Σειρήνες,
Τέρμα! μονάχος πρέπει να παλέψω.
Να νικήσω τα χρόνια και τους μήνες
και λευκό μαντήλι στους δαίμονες μου να σαλέψω.


Εφιάλτης


Εφιάλτης
Αλυσίδες με έχουν δεμένο
αράγε τι να περιμένω;
Η απάντηση έχει πια χαθεί
τώρα μόνος είμαι στο κελί.

Κάθε βράδυ οι σκιές μου τρώνε το μυαλό
και κάθε πρωί αυτό ξανασυλλογιέται.
Πράγματα ανούσια, χαμένα πια από καιρό.
Αποφάσεις λάθος ή σωστές, όλες τις καταριέται.

Φως εδώ ούτε για δείγμα,
μονάχα αυτό το τυχαίο ποίημα,
δείχνει τη διέξοδο για πάνω
Θέλω να βγω προτού πεθάνω.

Ο τοίχος γεμάτος αλησμόνητες θύμισες
και ο χρόνος σε περιμένει ή πάει να τρέξει;
Διάολε, ας ήταν για λίγο να μου θύμιζες
πώς ήταν εδώ κάτω προτού βρέξει.

Μα να σπάω τα δεσμά
και λεύτερος τρέχω στα σκαλιά,
φως βλέπω μετά από καιρό,
μα με βρίσκω πάλι κάτω’δω.